Καθημερινά κάποιος θα σπρώξει για να επιβιβαστεί χωρίς να ζητήσει καν συγγνώμη.
Το μάθημα που είχαμε μάθει μικροί ήταν να είμαστε ευγενικοί στα μέσα μαζικής μεταφοράς και να παραχωρούμε τη θέση μας σε άτομα που τη χρειάζονται περισσότερο από εμάς (ηλικιωμένους, εγκύους, αναπήρους, παιδιά). Η καθημερινή αγένεια των συνεπιβατών μας ήταν κάτι που δεν είχαμε μάθει πώς να το διαχειριζόμαστε. Το πιο σπαστικό είναι σίγουρα όταν θέλουμε να κατέβουμε σε μια στάση και σπρώχνουν όσοι θέλουν να επιβιβαστούν και φυσικά δεν ακούν (;) ή δεν καταλαβαίνουν (;) πως για να επιβιβαστούν πρέπει να αποβιβαστούν όσοι βρίσκονται ήδη μέσα στο λεωφορείο ή στο τρένο. Σήμερα λοιπόν, μια κοπέλα (όπως πολλοί από εμάς καθημερινά) προσπαθούσε να κατέβει στην στάση που ήθελε, αφού δυσκολεύτηκε να σηκωθεί και να φτάσει στην πόρτα. Ένας ηλικιωμένος κύριος, ήθελε ν’ ανέβει και την σπρώχνει με δύναμη στην κοιλιά φωνάζοντας «άντε στην άκρη κοπέλα μου ν’ ανέβουμε να πάμε στις δουλειές μας». Η κοπέλα πολύ ευγενικά προσπαθεί να εξηγήσει πως θέλει να κατέβει κι έτσι θα υπάρχει χώρος στο λεωφορείο για ν’ ανέβει ο κύριος. Εκείνος απαντά πιο θυμωμένα «άντε στο διάολο που βγάζεις και γλώσσα. Άντε μην πω καμία βαριά κουβέντα που κυκλοφορείς με αυτά τα μαλλιά.» Η κοπέλα αποβιβάστηκε κι ο ηλικιωμένος κύριος άρχισε το γνωστό κήρυγμα για την αγένεια της νέας γενιάς. (Κάτι τέτοιες στιγμές, η ευγένεια που μάθαμε από τους γονείς μας παίρνει ένα αγενές σπρώξιμο και χάνεται για λίγο η πίστη στους ανθρώπους. Πολλές άλλες ιστορίες του πρώτου βαγονιού, ισοφαρίζουν τη δυσαρέσκεια που καλλιεργείται.)