Τα τελευταία χρόνια ο κόσμος μας μαστίζεται από μια σειρά εξελίξεων που σκορπούν τον φόβο, τον τρόμο και την αβεβαιότητα. Μπαίνοντας το 2016, δεν άφησε ούτε τον πιο οπτιμιστή άνθρωπο να διατηρήσει την αισιοδοξία του. Τα γεγονότα τρέχουν καθημερινά με μια χαρακτηριστική «ευκινησία» που ξεφεύγει από την ανθρώπινη δύναμη- ή καλύτερα από τη λαϊκή δύναμη – και προκαλεί ίλιγγο.
Ο πόλεμος στη Συρία συνεχίζεται, οι αυτόχθονες συνεχίζουν να ζουν στη δική τους φυλακή κλεισμένοι στα σπίτια τους, βγαίνοντας έξω μόνο για την αγορά τροφίμων, πάντα με τον κίνδυνο της απώλειας της ίδιας τους της ζωής και κάποιοι από αυτούς – με ό,τι δυνάμεις τους έχουν απομείνει – διαλέγουν το δρόμο της προσφυγιάς. Οι πρόσφυγες δε, συνεχίζουν να ζουν εξαθλιωμένοι μέσα στην ανέχεια, ενώ πολλοί άλλοι άνθρωποι, που δε ζουν σε εμπόλεμη ζώνη, μεταναστεύουν καθημερινά με οποιοδήποτε τρόπο για ένα καλύτερο αύριο. Η οικονομική κρίση έχει εξαπλωθεί γιγαντιαία, όντας πλέον μια παγκόσμια πραγματικότητα, κι έτσι η ανάγκη για επιβίωση δεν είναι πλέον δεδομένη για κανένα άλλο εκτός των λίγων «εκείνων» στους οποίους έχει συσσωρευτεί ο πλούτος του κόσμου.
Γυρνώντας στον πολέμο στη Συρία, η αλήθεια είναι ότι κυριαρχούσε η άποψη πως δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από τον εμφύλιο πόλεμο, ρήση που έχει τις ρίζες της από την αρχαία ελληνική παράδοση και τα αρχαία αποφθέγματα. Και κάπως έτσι, έρχεται η καθημερινότητα να αλλάξει την άποψη αυτή, καθώς το νέο μεγαλύτερο κακό έχει βγάλει τόσα αγκάθια τραυματίζοντας τόσες εστίες φωτιάς σε τόσο σύντομο χρόνο όσο ποτέ άλλωτε. Φυσικά, αναφέρομαι στην τρομοκρατία.
Οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι, την Κωνσταντινούπολη, την Άγκυρα, τις Βρυξέλλες και ο φόβος για ακόμα περισσότερες στις ευρωπαϊκες χώρες – και όχι μόνο – μέσα σε λίγους μήνες τσακίζουν κάθε ίχνος ανθρωπιάς και τα ζωώδη ένστικτα όχι μόνο συνυφαίνονται με την ανθρώπινη ύπαρξη, αλλά αναιρούν την ίδια της τη φύση.
Πόσος πόνος για τις οικογένειες των θυμάτων, πόσα τραύματα για τους επιζώντες και πόσες χαμένες αθώες ψυχές. Και το χείροτερο όλων: πόσο ξαφνική η κάθε τρομοκρατική επίθεση για κάθε προαναφερθείσα κατηγορία που πλήγεται από αυτή τη μάστιγα. Τι πιο επίπονο για μια μάνα που μαθαίνει ότι έχασε το παιδί της, ενώ βρισκόταν σε μία συναυλία ακούγωντας το αγαπημένο του συγκρότημα. Τι πιο επίπονο για κάθε γονέα, κάθε συγγενή και κάθε φίλο.
Δεν αντέχει άλλο η ανθρώπινη ψυχή, γι΄αυτό τρελαίνεται όλο και παραπάνω και κάνει μεγαλύτερα κακά. Δεν βαστάει άλλο πόνο, άλλο φόβο, άλλο τρόμο. Στον κόσμο μας το κουτί της Πανδώρας έχει ανοίξει εδώ και χρόνια, αλλά κανείς δεν κάνει κάτι για να το κλείσει. Όλο μεγενθύνεται και τα κακά που βγαίνουν από αυτό πολλάπλαιάζονται με ρυθμούς που καλπάζουν.
Και εμείς, παθητικοί δέκτες του κακού, χάνουμε την αυτενέργεια και γινόμαστε λεία των τεράτων που βγαίνουν από το κουτί της Πανδώρας. Δεν πιστεύεις, λοιπόν, ότι αν ενωθούμε μπορούμε να κλείσουμε το κουτί; Δεν πιστεύεις ότι αξίζει να μη φοβόμαστε να ζήσουμε, να περπατήσουμε, να χορέψουμε,να ακούσουμε την αγαπημένη μας μουσική, να κάνουμε ταξίδια, να βγούμε μια βόλτα στην πόλη μας, χωρίς να φοβόμαστε να πάμε σε μία συναυλία ή να φτάσουμε σε ένα αεροδρόμιο; Να ζήσουμε ελεύθερα. Όλοι μαζί ας κλείσουμε το κουτί, όποιες κι αν είναι οι συνέπειες θα έχουμε κάνει τα πάντα, τα πάντα για τη ζωή. Και πιστέψτε με, αξίζει τον κόπο!
Γράφει η Εύα Σμαραγδάκη