Λίγο από το «friends with benefits», λίγο από αυτές τις απρόσμενες «επανασυνδέσεις» με τον πρώην που μας βγάζουν από την βαρετή ρουτίνα της καθημερινότητας, το άρθρο αυτό φανερά επηρεασμένο έρχεται να αναθεωρήσει απόψεις, να καταρρίψει μύθους και γενικότερα να μας βάλει στο τρυπάκι να σκεφτούμε εάν τελικά το σεξ με τον πρώην δεν είναι τόσο κακό όσο πιστεύαμε.
Γιατί προφανώς όταν έχεις χωρίσει με έναν άνθρωπο, για τον οποίον είχες νιώσει έντονα συναισθήματα, μια τυχόν «επανένωση» θα σου φέρει στη μνήμη όλες τις στιγμές που είχες ζήσει μαζί του, συναισθήματα που προσπαθούσες να αφήσεις πίσω ξαναγεννιούνται, ο ενθουσιασμός σε κατακλύζει και η ελπίδα ότι μπορεί να δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία σε αυτή την σχέση είναι πιο έντονη από ποτέ. Ανεξαρτήτως όμως του πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα, θα αποτελέσει τελικά μια τραυματική εμπειρία αυτή η «επανένωση» για σένα;
Ας ξεκινήσουμε αρχικά από το γεγονός ότι είτε παντρεμένοι είτε ανύπαντροι, δύο άνθρωποι που αποφάσισαν για τον οποιοδήποτε λόγο να δώσουν ένα τέλος στη σχέση τους είναι πολύ πιθανόν να αναζητήσουν κάποιες στιγμές «επανασύνδεσης». Λίγο η ανάγκη να ξαναζωντανέψει η σεξουαλική ζωή που μετά τον χωρισμό βρισκόταν σε περίοδο αγρανάπαυσης, λίγο το ότι «μου έλειψε ο πρώην και παρόλο που ξέρω ότι δεν μπορούμε να είμαστε ξανά μαζί», «θα ήθελα για μια μέρα να είμαι φίλη του with benefits», λίγο η φάση «I think I’m gonna like it», οι δύο πρώην καταλήγουν στο κρεβάτι χωρίς δεύτερες σκέψεις!
Στο συναισθηματικό κομμάτι τώρα, σίγουρα τα πράγματα δεν θα είναι εύκολα για όλους, καθώς με διαφορετικό τρόπο αντιμετωπίζει ο καθένας τον χωρισμό. Η συναισθηματική φόρτιση που θα βιώσει εκείνη την στιγμή εξαρτάται από τον γενικότερο τρόπο με τον οποίο έχει μάθει να διαχειρίζεται τα ζητήματα της προσωπικής του ζωής. Ωστόσο, μελέτες έχουν αποδείξει ότι ανεξαρτήτως του εάν οι δύο πρώην αποδέχτηκαν ή όχι τον χωρισμό τους, η μετέπειτα σεξουαλική συνεύρεσή τους δεν είχε αρνητικό ψυχολογικό αντίκτυπο σε αυτούς. Αντιθέτως, παρατηρήθηκε ότι εκείνες τις ημέρες είχαν περισσότερο θετικά παρά αρνητικά συναισθήματα και ότι την επομένη της «επανένωσης» δεν υπήρχε αυτό το συναίσθημα της στενοχώριας και του κόμπου στο στομάχι που δε μας αφήνει σε ησυχία.
Άλλωστε εάν το δούμε στην πράξη, είναι πιθανότερο να μας επηρεάσει ψυχολογικά μια τυχαία συνάντηση για παράδειγμα με τον πρώην, ένα τηλεφώνημα ή μια προγραμματισμένη συνάντηση στην προσπάθεια να τα ξαναβρούμε χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. Το στοιχείο του ανικανοποίητου και το συναίσθημα του «δεν έχω πλέον αυτόν τον άνθρωπο στη ζωή μου» στην προκειμένη περίπτωση είναι εντονότερα απ’ ότι να περάσουμε άλλο ένα βράδυ μαζί του. Βέβαια, δεν ξέρω ποιο είναι το καλύτερο σε βάθος χρόνου, αλλά αυτό άπτεται των προσωπικών επιλογών του καθενός και ίσως ο καθένας γνωρίζει τι είναι καλύτερο για τον ίδιο.