Να με συγχωρείτε για τον τίτλο, αλλά αυτή η μυρωδιά δε φεύγει από τα ρουθούνια μου καθώς γράφω. Όταν μένεις πολύ έξω από το κέντρο της Αθήνας, σε πεδινή περιοχή ειδικότερα, είναι πολύ πιθανό να συμβιώνεις με διάφορα μέλη του ζωικού βασιλείου. Και είναι οκ. Στις Αχαρνές έχουμε και πρόβατα και κατσίκες και άλλα πολλά. Όσο να το πεις το κατσικοκούραδο το έχουμε φάει στη μάπα. (Μην φανταστείτε πως κάνουμε καμιά εναλλακτική περιποίηση προσώπου ή πως είμαστε τίποτα ανώμαλοι).
Σήμερα όμως έπεσα σε μια ατυχή διαδρομή. Παίρνοντας το τρένο από Αττική, κάθομαι δίπλα σε μια κυρία που μύριζε έντονα βιολογικές απεκκρίσεις (τσίσα και κακάκια). Μέχρι να το καταλάβω είχα ήδη καθίσει δίπλα της. Ξαφνικά νιώθω πως το κάθισμα είναι υγρό. Πετάγομαι όρθιος. Τελικά ήταν η ιδέα μου. Αλλάζω βαγόνι. Η μυρουδιά ακολουθεί από το ανοιχτό παράθυρο. Γαμώτο σήμερα βρήκε να φυσά;
Φτάνοντας στη δουλειά, σκέφτομαι «σκατοζωή» κι ύστερα κλαίω μόνος μου.