Δεν είναι θέμα άγνωστο, για κανέναν από εμάς, είτε είμαστε από την μία πλευρά είτε από την άλλη ενός ομοφοβικού περιστατικού. Στην τελική, το ίδιο βαγόνι παίρνουμε κι ας ζούμε διαφορετικές ζωές ή διαφορετικές πλευρές του ίδιου γεγονότος. Τις περισσότερες φορές είμαστε πάντως θεατές κι άρα συμμέτοχοι της όποιας ρατσιστικής συμπεριφοράς και σκέφτομαι κατά πόσο μπορούμε ν’ αλλάξουμε τα πράγματα. Η υπόθεση Ζακ δεν απέχει πολύ για να μπορεί ν’ αποτελέσει ένα σκληρό δίδαγμα για το τι πρέπει να κάνεις και το τι πρέπει να καταπνίξεις για να λειτουργήσει καλά αυτός ο κόσμος. Δεν πέρασαν ούτε τρεις μέρες από την τελευταία φορά που ένιωσα όχι μόνο μη αποδεκτός, αλλά κι απειλούμενος εξαιτίας μιας στραβής νοοτροπίας που επιβάλει το δίκαιο του «ισχυρού» φαινότυπου του ανθρώπου.
Περίμενα το τελευταίο δρομολόγιο του λεωφορείου που με πηγαίνει σπίτι μου. Είχε πολύ κρύο κι άκουγα μουσική. Η στάση ήταν σχεδόν άδεια. Βλέπω δύο άντρες γύρω πολύ στην ηλικία μου να με κοιτούνε και να γελούνε. Ο ένας με μιμούνταν δειλά κι ο άλλος γελούσε. Δε δίνω σημασία. Περνάω στην απέναντι πλευρά του δρόμου. Άκουγα μουσική και δεν κατάλαβα πως ο ένας από αυτούς είχε έρθει δίπλα μου. Όταν τον αντιλήφθηκα πέρασε ξανά απέναντι. Δειλά-δειλά άρχισα να τους κοιτάω και το βλέμμα τους ήταν πάντα πάνω μου. Όταν έρχεται το λεωφορείο, σπεύδω στην μπροστινή πόρτα, αλλά προτού μπω, δέχομαι μια γερή μπουνιά στο μπάτσο. Καταλαβαίνω πως δεν ήταν η ιδέα μου. Κάθομαι σε μια μονή θέση του λεωφορείου, και αρχίζω να τρέμω. Θέλω να βάλω τα κλάματα, αλλά από την άλλη δε θέλω να νομίζουν πως νίκησαν και πως το «αδύναμο αγόρι έβαλε τα κλάματα». Γυρίζω το βλέμμα πίσω. Τα δύο αγόρια δεν κάθονται μαζί. Ο ένας, αυτός που μου έδωσε την μπουνιά, φοράει ένα καπέλο, τόσο χαμηλωμένο που κρύβει τα μάτια. Δεν μπορώ να διακρίνω την ικανοποίηση στα μάτια του κι αυτό μου δίνει την ελπίδα πως μπορεί να μετάνιωσε τη βία. Όταν το λεωφορείο φτάνει στην περιοχή μου, δεν κατεβαίνω στην στάση του σπιτιού μου γιατί δεν κατεβαίνει κανείς άλλο. Κατεβαίνω σε δύο επόμενες μαζί μ’ έναν άγνωστο. Φτάνοντας στο σπίτι μετά από μια διαδρομή αγωνίας, μπορώ επιτέλους να κλάψω και να νιώσω ελεύθερος. Βαθιά μέσα μου ξέρω πως δε θα μου συμβεί κάτι κακό και πως αυτοί οι δύο άντρες είναι απλώς νταήδες, αλλά ο φόβος είναι κάτι αληθινό που θα συνεχίσει να υπάρχει και μέσα μου και σε κάθε άνθρωπο απέναντι που βλέπει το απέναντι ως μια απειλή. Δεν ξέρω αν την επόμενη φορά πρέπει να το παίξω αδιάφορος ή να είμαι πραγματικά αδιάφορος.