Κακά τα ψέματα, αλλά στην ζωή, υπάρχουν χοντρικά αυτοί που κάνουν και αυτοί που επιβραβεύουν ή «κράζουν».
Στη σχολή μου μπορώ να σε σκεφτώ τουλάχιστον τρία άτομα που θα τους θυμάμαι αποφοιτώντας ως τους «κράχτες» των πάντων που δεν κατάφεραν ποτέ να κάνουν κάτι οι ίδιοι. (Αρκετά με την κατάθεση των προσωπικών μου, ας επιστρέψουμε στο πρώτο βαγόνι.)
Ένα ήσυχο βράδυ στο πρώτο βαγόνι την ησυχία τάραξε ένας επιβάτης που αποφάσισε να εκφράσει τη γνώμη του για ένα συνεπιβάτη του: «Πως είσαι έτσι ρε; Που πήγαν οι άντρες; Άρχισαν οι άντρες να γίνονται γυναίκες!». Αναφερόταν σε έναν καλαίσθητο άντρα που ήταν με την κοπέλα του.
Οι δυο άντρες πήγαν να πιαστούν στα χέρια. «Οι μόνοι σωστοί άντρες που θα μας άλλαζαν ήταν οι Χρυσαυγίτες κι αυτούς τους έβαλαν στη φυλακή. Τώρα κυκλοφορούν οι αναρχικοί κι εμείς πρέπει να τους δεχόμαστε». Ο αποδέκτης των προσβολών κατέβηκε και ένας νέος επιβάτης μπαίνει στο πρώτο βαγόνι. Ο μεσήλικας συνεχίζει τις κακεντρέχειες του: «Πως είσαι έτσι ρε; Κι ακούς εσύ ροκ; Τι ρούχα είναι αυτά που φοράς; Είσαι άντρας εσύ; Ρε μαλάκα! Εσύ ούτε γυναίκα δεν μπορείς να γ****εις! Φύγε από μπροστά μου». Ο μεσήλικας κατεβαίνει στην επόμενη στάση.
(Δεν είναι στις προθέσεις μου να κρίνω κανέναν συνεπιβάτη μου για την εξωτερική του εμφάνιση ή για τον τρόπο που μιλάει, αλλά όταν αρχίζουν οι εμμονικές συμπεριφορές μάλλον το πρόβλημα δεν είναι στον «γυναικωτό», τον «ροκά» ή τον «μετανάστη», αλλά στον κράχτη. Μπορούμε να συνυπάρξουμε όλοι, αρκεί να επικοινωνούμε αντί να μονολογούμε –συγγνώμη για την μονομερή χρήση του όρου-αυτιστικά στον τοίχο.)