Έχουμε διηγηθεί πολλές ιστορίες για την συμπεριφορά των γηγενών προς τους ξένους συνεπιβάτες μας στο πρώτο βαγόνι. Σε αυτή την ιστορία, θα δούμε (σε μετάφραση) πως βιώνουν οι ξένοι τον ρατσισμό, μιλώντας ενδεχομένως κι οι ίδιοι με στερεότυπα, αυτή τη φορά προς τους δικούς τους ξένους, τους ελληνόφωνους.
Βράδυ Σαββάτου, στο πρώτο βαγόνι, ένα reggae συγκρότημα, κάθεται σε μια τετράδα καθισμάτων. Ο ένας τους έχει πιάσει κουβέντα μ΄έναν ηλικιωμένο συνεπιβάτη. Μεταφέρουμε το διάλογο των υπόλοιπων δύο μελών της μπάντας.
-Δικέ μου, επειδή έχουμε μαύρο δέρμα, είμαστε πρόσφυγες και κλέφτες και η κακιά η μοίρα.
-Χαλάρωσε!
-Ήμουν με την κοπέλα μου, τη βρίσκαμε και κάποια παιδιά άρχισαν να μας πετάνε τα ποτήρια με τον καφέ τους. Γίναμε χάλια. Φταίω που τα πήρα στο κυνήγι τα κωλόπαιδα;
-Γι΄αυτούς δεν είμαστε άνθρωποι, είμαστε οι μαύροι που τους κλέβουν τη δουλειά.
-Ποια δουλειά; Εμείς μουσικοί είμαστε.
-Η μουσική μας δίνει λεφτά.
-Εγώ αυτό που ξέρω είναι πως δεν ξέρουν να ζήσουν τη ζωή τους. Αν ζούσαν δε θα ενοχλούνταν από εμάς.
-Οι λέξεις, γι΄αυτούς είναι λέξεις.
-Η ζωή τι είναι γι΄αυτούς;
Αυτή την απάντηση την έχασα, γιατί το τρένο μπήκε κάτω από μια σήραγγα. Κατέβηκα στην επόμενη στάση μ΄ένα χαμόγελο και με την απορία: Εμείς έχουμε μάθει να ζούμε;