Σε κάποιο λεωφορείο, ένα βροχερό βράδυ του Ιούνη. Διάλογος ανάμεσα σε μια κοπέλα, με σώμα αθλητικό από τον στίβο, κι ένας φίλος της:
-Σήμερα τα 14χρονα ντύνονται σαν 20χρονα. Ξέρουν πολλά πράγματα που δεν ξέρω εγώ.
-Ναι, ρε συ. Τις βλέπεις και δεν καταλαβαίνεις πόσο είναι.
-Ένας άντρας και στα 60 του άντρας είναι, ενώ μια γυναίκα, άντε μέχρι τα 38 να μπορεί να είναι γυναίκα. Μετά το να γεννήσει είναι επίφοβο.
-Μπα, μην το λες αυτό. Ξέρω πολλές γυναίκες που το λέει η καρδούλα τους.
-Εγώ το έχω πει. Κι άντρα να μην βρω, παιδί θα κάνω. Το – ξέρεις – χρειάζομαι μόνο. Υπάρχουν και μέρη που πας και σου βάζουν μέσα σου και μένεις έγκυος.
-Δε φοβάσαι πως θα βγει το παιδί;
-Μη με ακούς. Βλακείες λέω. Δεν θέλω να κάνω το παιδί ενός αγνώστου. Θέλω ένα παιδί, στο ύψος σου. Να το βλέπω, να το χαίρομαι.
-Να σου δώσω το δικό μου σπέρμα να το κάνεις.
(Κάποτε θέλω να συστηθώ με το παιδί αυτών των δύο και να το ρωτήσω, ποια είναι η γνώμη του για τα δρομολόγια των λεωφορείων, γιατί σ΄ένα τέτοιο, προσχηματίστηκε σαν ιδέα.)