Στο θεατρικό έργο του Ράινερ Χάχφελντ «Μορμόλης», στο οποίο κάνει θαρρετά νύξεις για την τηλεόραση και τα «οφέλη» αυτής, υπάρχει ένα τραγούδι που αναφέρει «Το θαυματουργό κουτί, το λατρεύουν οι κουτοί, στο κουτί κουτός κοιτάς, κουταμάρες στη σειρά.»
Έχοντας λοιπόν αυτό κατά νου καθώς και το ότι το συγκεκριμένο θεατρικό γράφτηκε το 1974, αντιλαμβανόμαστε εύκολα ότι τίποτα δεν έχει αλλάξει από τότε. Βέβαια, τις τελευταίες μέρες γίνεται λόγος για τη μείωση του αριθμού των καναλιών και των αντίστοιχων τηλεοπτικών αδειών στην προσπάθεια να βελτιωθεί η ποιότητα (;) και να εξοικονομηθούν κονδύλια στη χώρα μας. Το αποτέλεσμα είναι λιγότερες επιλογές, αν δηλαδή ποτέ υπήρξαν τέτοιες γιατί αυτό που θυμάμαι εγώ, είναι ανταγωνισμός ανάμεσα στην πιο χαζή και «ξανθιά» ατάκα σε συνδυασμό με έντονο λαϊκισμό για τους «καημένους τους συνταξιούχους, τα θύματα της κρίσης». Και ακολούθως ανθρώπους στο ταμείο ανεργίας.
Αλλά τώρα με την αλλαγή αυτή, πιστέψαμε όλοι, ότι όχι μόνο θα κάνουμε οικονομία στο κρατικό ταμείο, αλλά θα αναβαθμίσουμε τα θεάματα στα οποία εκτιθέμεθα. Το θέμα είναι ότι όταν αποφασίζεις να περιορίσεις την υπάρχουσα – θεωρητικά πάντα – πολυφωνία και πολυχρωμία των καναλιών, φλερτάρεις με τον κίνδυνο να θεωρηθεί ότι διαμορφώνεις ένα καθεστώς στο οποίο αναπαράγονται πολύ συγκεκριμένες θέσεις, υπάγουσες προς μία κατεύθυνση.
Από την άλλη, ο αντίλογος θα αντιδράσει εύλογα και θα αναρωτηθεί: Δόθηκε ποτέ το μικρόφωνο σε γνώμες αντίθετες σε ποικίλα συμφέροντα, ελεύθερες και μη αποστειρωμένες; Τα ερωτήματα είναι πολλά και η λογοκρισία έχει γίνει δυστυχώς μία ηρωίδα ανάμεσα στον κόσμο της ενημέρωσης και της ψυχαγωγίας. Τα όρια είναι λεπτά, η αντικειμενικότητα είδος προς εξαφάνιση και ο στιγματισμός εύκολος.
Φυσικά τα τρέιλερ που κυκλοφορούν ήδη για τα πρώτα πρωινάδικα έχουν αναδείξει ήδη, ποια είναι τα φλέγοντα ζητήματα που θα απασχολήσουν τους θεατές της νέας τάξης πραγμάτων: Στα πόσα παιδιά θα σταματήσει ο κ. Ρουβάς, ζει ο Michael Jackson και για λόγους σοβαροφανείς θα κατέβει ο πρωθυπουργός σε εκλογές; Όλα αυτά παραφουσκωμένα συννεφάκια στο κεφάλι μιας παρουσιάστριας με πρόσωπο συμμετρικό, τέλειο και ολωσδιόλου ψεύτικο. Θα μου πείτε γιατί προηγουμένως διέφερε κάτι; Όχι. Απλώς ήλπιζα προσωπικά, ότι μία αλλαγή θα επηρέαζε και το περιεχόμενο και θα προβλημάτιζε τον θεατή για το αν τα παιδιά πρέπει να διδάσκονται Αρχαία ή να κάνουν προσευχή στο σχολείο. Αλλά ξέρω ότι αυτά τα ζητήματα δεν είναι «catchy», ούτε επιτρέπουν στις τηλεπερσόνες να συνδυάσουν τα καυτά νέα με το καυτό φόρεμα για ρεβεγιόν με το οποίο μας υποδέχονται στις 9 το πρωί κρατώντας μία κούπα καφέ.
Τελικά, η διαχρονικότητα του «Μορμόλη» για το χαζοκούτι που σκοτώνει την φαντασία, μας μπουκώνει με ασημαντότητα και αποκρύπτει την αλήθεια δε με αφήνει να είμαι αισιόδοξη. Ίσως αυτός ήταν πάντοτε ο σκοπός της τηλεόρασης: να φοράει προσωπεία άλλοτε συμπαθητικά, από αυτά που σου χαϊδεύουν τα αυτιά και άλλοτε επαναστατικά και ριζοσπαστικά που ενοχλούν, αλλά πάντοτε προσωπεία. Ποτέ δεν κατάφερε να κάνει την ανθρώπινη γύμνια φίλη της, γι΄αυτό και έχει χάσει το παιχνίδι από καιρό.